
Οι ορμονικές μεταβολές που παρουσιάζονται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης μπορούν να προκαλέσουν αλλαγές στην όραση
Αν και οι περισσότερες από αυτές είναι προσωρινές και επανέρχονται μετά τον τοκετό, η κύηση είναι δυνατόν να επηρεάσει την πορεία μιας προϋπάρχουσας οφθαλμολογικής κατάστασης ή να σχετίζεται με την εμφάνιση καινούργιας παθολογικής οντότητας. Το παρόν άρθρο αποτελεί μια ανασκόπηση των οφθαλμολογικών μεταβολών στην κύηση και της ασφάλειας χορήγησης οφθαλμολογικών φαρμάκων κατά τη διάρκειά της.
Φυσιολογικές αλλαγές κατά την κύηση
Οι ορμόνες που παράγονται κατά την εγκυμοσύνη, κυρίως τα οιστρογόνα και η προγεστερόνη, επηρεάζουν τον οφθαλμό αλλά και τους γειτονικούς ιστούς. Τα επίπεδα των ορμονών αυξάνονται προοδευτικά από το 1ο έως το 3ο τρίμηνο της κύησης, ενώ μετά τον τοκετό ελαττώνονται μέσα σε διάστημα λίγων εβδομάδων.1 Έχουν αναγνωριστεί υποδοχείς υψηλής συγγένειας προς αυτές τις ορμόνες σχεδόν σε όλα τα ανατομικά στοιχεία του οφθαλμού (βλέφαρα, δακρυϊκό αδένα, μεϊβομιανούς αδένες, βολβικό και βλεφαρικό επιπεφυκότα, κερατοειδή, ίριδα, ακτινωτό σώμα, κρυσταλλοειδή φακό και αμφιβληστροειδή). Πιθανολογείται ότι αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο η εγκυμοσύνη συνδέεται με οφθαλμολογικές αλλαγές.2,3 Σε προοπτική μελέτη 120 εγκύων, το 79% αυτών εμφάνισε κάποια από τις ‘φυσιολογικές’ οφθαλμολογικές αλλαγές που παρατηρούνται στην κύηση.4 Αλλαγές στην οπτική οξύτητα και τη διάθλαση είναι τα συχνότερα συμπτώματα που αναφέρονται5, ενώ έως και 15% αυτών των γυναικών θα χρειαστεί αναπροσαρμογή της συνταγής των γυαλιών.6 Αυτές οι αλλαγές θεωρούνται φυσιολογικές7, παροδικές, διαρκούν μόνο κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ως αποτέλεσμα αλληλεπίδρασης ορμονικών, μεταβολικών, αιμοδυναμικών, αγγειακών και ανοσολογικών παραγόντων. Ωστόσο, πάντοτε θα πρέπει να δίδεται η απαραίτητη προσοχή και να γίνεται κλινική αξιολόγηση αυτών των αλλαγών, καθόσον σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να σχετίζονται με υποκείμενες διαταραχές της κύησης, όπως είναι ο σακχαρώδης διαβήτης και η προεκλαμψία.8
Άλλες φυσιολογικές οφθαλμολογικές μεταβολές της κύησης, είναι οι εξής:
- Αλλαγές στον κερατοειδή: Η ευαισθησία του κερατοειδούς ελαττώνεται στις περισσότερες κυοφορούσες γυναίκες. Τα υψηλά επίπεδα ορμονών δημιουργούν κάποιου βαθμού οίδημα στον κερατοειδή, το οποίο συνεπώς επηρεάζει αρνητικά την ευαισθησία αντίθεσης (contrast sensitivity), αλλά και αλλάζει τη διαθλαστική του ισχύ, ειδικότερα κατά το 3ο τρίμηνο της κύησης. Συνήθως αυτό εκδηλώνεται με την εμφάνιση μυωπίας ή επιδείνωση της προϋπάρχουσας.9 Για τον λόγο αυτό, οι έγκυες είναι προτιμότερο να αξιολογούνται λίγες εβδομάδες μετά τον τοκετό πριν αλλάξουν συνταγή γυαλιών.10 Κάποιες γυναίκες αναφέρουν παροδική μεταβολή της προσαρμογής και της εστίασης, ενώ μπορεί να συνυπάρχει αυξημένη φωτοευαισθησία. Συχνή είναι και η αναφερόμενη ξηροφθαλμία στην κύηση και η δυσανεξία στη χρήση φακών επαφής λόγω της ξηροφθαλμίας ή του οιδήματος του κερατοειδούς.11 Τεχνητά δάκρυα μπορούν να χρησιμοποιηθούν άφοβα, τόσο στην κύηση όσο και στη λοχεία. Επίσης, στο πρώτο μισό της κύησης μπορεί να παρατηρηθεί δημιουργία εναποθέσεων χρωστικής στο κερατοειδικό ενδοθήλιο με τη μορφή ατράκτου του Krukenberg. Εντούτοις, στο 3ο τρίμηνο η αύξηση προγεστερόνης ενισχύει την παροχέτευση του υδατοειδούς υγρού και βοηθά στην εξαφάνιση αυτών των ευρημάτων.5
- Εγκυμοσύνη και διαθλαστικές επεμβάσεις (LASIK, PRK): οι ορμονικές αλλαγές που αναφέρθηκαν πιο πριν, ενδέχεται να επηρεάσουν τα αποτελέσματα διαθλαστικών επεμβάσεων. Η αυξημένη παραγωγή προγεστερόνης και οιστρογόνων επηρεάζει την καμπυλότητα του κερατοειδούς, προκαλώντας μεταβολές στην οπτική οξύτητα. Αυτές οι αλλαγές μπορούν να οδηγήσουν σε προσωρινή θόλωση της όρασης ή σε αυξομειώσεις στη διάθλαση, κάτι που ενδέχεται να επηρεάσει την ευστάθεια των αποτελεσμάτων μετά από διαθλαστική επέμβαση13. Είναι γνωστό, επίσης, ότι η εγκυμοσύνη επηρεάζει την επούλωση μετά από διαθλαστική επέμβαση14. Η κυριότερη ανησυχία είναι ότι οι αλλαγές στον κερατοειδή μπορεί να επηρεάσουν την αποτελεσματικότητα της επέμβασης, την μακροπρόθεσμη σταθερότητα των αποτελεσμάτων μετά από διαθλαστική επέμβαση, οδηγώντας σε αλλαγές στη διάθλαση και ενδεχομένως, σε ανάγκη για επιπλέον διορθωτικές παρεμβάσεις. Μερικές γυναίκες αναφέρουν την ανάγκη για περαιτέρω διορθώσεις της όρασης ή επαναληπτική επέμβαση μετά τη γέννηση15. Λόγω των πιθανών επιπτώσεων της εγκυμοσύνης στις διαθλαστικές ιδιότητες του οφθαλμού, συνιστάται επομένως να αναβάλλεται η επέμβαση μέχρι την ολοκλήρωση του τοκετού και της γαλουχίας και την επαναφορά της όρασης σε σταθερό επίπεδο15,16.
- Εγκυμοσύνη και κρυσταλλοειδής φακός: Οι ορμονικές αλλαγές κατά την εγκυμοσύνη μπορεί να επηρεάσουν την ωσμωτική αφυδάτωση του κρυσταλλοειδούς φακού και να αλλάξουν την ελαστικότητα και τη διαύγειά του, προκαλώντας προσωρινή μυωπία ή υπερμετρωπία12, αν και αυτά τα φαινόμενα είναι συνήθως προσωρινά. Η εγκυμοσύνη από μόνη της δεν θεωρείται άμεση αιτία ανάπτυξης καταρράκτη. Αν και ορισμένες μελέτες έχουν προτείνει ότι οι αυξημένες ορμονικές συγκεντρώσεις μπορεί να επηρεάσουν την ανάπτυξη καταρράκτη με την πάροδο του χρόνου, δεν υπάρχει σαφής σύνδεση μεταξύ της εγκυμοσύνης και της πρώιμης ανάπτυξης καταρράκτη17.
- Αλλαγές στην ενδοφθάλμια πίεση: Η ενδοφθάλμια πίεση συνήθως ελαττώνεται στην κύηση κατά 2–3 mmHg, έως και αρκετούς μήνες μετά τον τοκετό. Αυτό μπορεί να οφείλεται σε ποικίλους μηχανισμούς, όπως η βελτίωση της ευκολίας αποχέτευσης του υδατοειδούς υγρού, η μείωση της συστηματικής αρτηριακής πίεσης (συνεπώς μείωση της επισκλήριας φλεβικής πίεσης) και η μείωση της ελαστικότητας του κερατοειδούς. Η αυτόματη μείωση της ενδοφθάλμιας πίεσης μπορεί να έχει θετική επίδραση σε γυναίκες με διάγνωση γλαυκώματος.6,13
- Αλλαγές στα οπτικά πεδία: Πολυάριθμες αλλαγές στο οπτικό πεδίο αναφέρονται στην εγκυμοσύνη, ωστόσο η αιτιολογία παραμένει άγνωστη.18 Μία πιθανή εξήγηση είναι η αύξηση του όγκου της υπόφυσης κατά την κύηση και η αλληλεπίδρασή της με το οπτικό χίασμα. Αυτές οι αλλαγές είναι πλήρως αναστρέψιμες μετά τον τοκετό. Εφόσον τα συμπτώματα επιμένουν, θα πρέπει να γίνεται απεικονιστική διερεύνηση για όγκους στην υπόφυση.19
- Αλλαγές στα εξαρτήματα του οφθαλμού: Μία συχνή αλλαγή του δέρματος που λέγεται χλόασμα (ευρύτερα γνωστό ως «πανάδες»), είναι η αύξηση της χρωστικής γύρω από τα μάτια και στις παρειές (μάγουλα), η οποία επίσης εξαφανίζεται προοδευτικά μετά τον τοκετό. Η κατακράτηση υγρών μπορεί να επιφέρει πρήξιμο στα βλέφαρα, συνεπώς συστήνεται, οι εγκυμονούσες να αποφεύγουν αλάτι και καφεΐνη στη διατροφή τους.6 Το υπόσφαγμα, τέλος, είναι ένα εύρημα που παρατηρείται σε περίπου 10% των γυναικών μέχρι και μετά τον τοκετό, και για το οποίο συνιστάται παρακολούθηση της αρτηριακής πίεσης.20
Παθολογικές αλλαγές στην κύηση
- Υπέρταση κύησης – προεκλαμψία
Η εμφάνιση υπέρτασης με γενικευμένο οίδημα και/ή λευκωματουρία σε μία κατά τα προηγούμενα φυσιολογική εγκυμονούσα γυναίκα, ονομάζεται υπέρταση κύησης (ΥΚ) ή προεκλαμψία. Εάν αυτές οι αλλαγές συνοδεύονται και από γενικευμένες επιληπτικές κρίσεις ονομάζεται εκλαμψία. Η έναρξη των συμπτωμάτων εκδηλώνεται μετά την 20η εβδομάδα κύησης.21 Γυναίκες με υπέρταση της κύησης, σε ποσοστό 40-100% θα παρουσιάσουν ποικίλου βαθμού αμφιβληστροειδοπάθεια, ωστόσο μόλις στο 1/3 των περιπτώσεων αυτή θα είναι συμπτωματική.5 Η αμφιβληστροειδοπάθεια λόγω προεκλαμψίας κλινικά δεν διαφέρει από την υπερτασική αμφιβληστροειδοπάθεια. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν θόλωση όρασης, φωταψίες, σκοτώματα, διπλωπία, ελλείμματα στα οπτικά πεδία.22 Το συνηθέστερο εύρημα είναι οι αμφιβληστροειδικές αιμορραγίες, ενώ επίσης μπορεί να εμφανιστούν οίδημα και εξίδρωμα ωχράς, cotton wool spots, αιμορραγίες υαλοειδούς, εξιδρωματική αποκόλληση αμφιβληστροειδούς (συνήθως αμφοτερόπλευρη), οπτική νευρίτιδα, οίδημα της θηλής, πρόσθια ισχαιμική νευροπάθεια, ατροφία του οπτικού νεύρου και αλλαγές στον ινιακό φλοιό του εγκεφάλου.12 Οι περισσότερες ασθενείς παρουσιάζουν ύφεση των συμπτωμάτων μερικές εβδομάδες μετά τον τοκετό, ενώ οι αλλοιώσεις στον αμφιβληστροειδή αποκαθίστανται με την υποχώρηση της υπέρτασης. Τα ευρήματα είναι εντονότερα όταν συνυπάρχει σακχαρώδης διαβήτης, χρόνια υπέρταση ή χρόνια νεφρική νόσος.23 Μολονότι υπάρχουν ελάχιστες αναφορές στη βιβλιογραφία, μελέτες με Doppler έδειξαν ότι η θεραπεία με νιφεδιπίνη και η χρήση θειικού μαγνησίου στις γυναίκες με προεκλαμψία, ελαττώνει τον δείκτη παλμικότητας (pulsatility index, PI) στα αγγεία του αμφιβληστροειδούς.24,25,26 Φλοιώδης τύφλωση, παρότι σπάνια, έχει αναφερθεί σε γυναίκες με υπέρταση κυήσεως. Πιστεύεται πως ο μηχανισμός της απώλειας όρασης είναι το εγκεφαλικό οίδημα. Η θεραπεία και η ύφεση της υπέρτασης κυήσεως καθώς και του εγκεφαλικού οιδήματος συνεπάγονται βελτίωση της όρασης.
- Κεντρική ορώδης αμφιβληστροειδοπάθεια
Κεντρική ορώδης αμφιβληστροειδοπάθεια έχει αναφερθεί συνήθως στο 3ο τρίμηνο της κύησης, σε ποσοστό 0.008% των κυήσεων. Η πάθηση υποχωρεί αυτόματα τους πρώτους μήνες μετά τον τοκετό, αλλά μπορεί να ξανασυμβεί σε επόμενες κυήσεις, συνήθως στον ίδιο οφθαλμό.27
- Ραγοειδίτιδα
Κάποια αυτοάνοσα νοσήματα, όπως η μη-λοιμώδης ραγοειδίτιδα μπορεί να παρουσιάσουν σημαντική βελτίωση, ειδικά κατά το 2ο μισό της κύησης, με κάποιο μηχανισμό που δεν έχει πλήρως εξακριβωθεί. Αυτές οι ασθενείς, είναι σε θέση να μειώσουν την ανοσοκατασταλτική αγωγή που λαμβάνουν.28
- Αγγειακές αποφράξεις
Είναι γνωστό ότι η εγκυμοσύνη αποτελεί μια κατάσταση υπερπηκτικότητας, μέσα από αλλαγές που συμβαίνουν στα αιμοπετάλια, τους παράγοντες πήξης και στη δυναμική αγγειακής ροής. Αυτές οι αλλαγές είναι δυνατό να προκαλέσουν αποφράξεις (θρομβωτικού ή εμβολικού τύπου) φλεβών και αρτηριών του αμφιβληστροειδούς. Κατά την κύηση έχουν αναφερθεί τόσο απόφραξη της αμφιβληστροειδικής αρτηρίας (CRAO), όσο και των κλάδων της (BRAO). Οι αιματολογικές εξετάσεις ρουτίνας αποτυγχάνουν να δείξουν κάποια ανωμαλία, εκτός από μια θρομβοφιλική διάθεση, η οποία ωστόσο κατά την κύηση θεωρείται φυσιολογική. Οι αποφράξεις των αμφιβληστροειδικών φλεβών (CRVO και BRVO) είναι σπανιότερες από αυτές των αρτηριών.29
- Καλοήθης ενδοκράνια υπέρταση
Χαρακτηρίζεται από αύξηση της ενδοκράνιας πίεσης, με φυσιολογικό εγκεφαλονωτιαίο υγρό (ΕΝΥ) και φυσιολογικό τομογραφικό απεικονιστικό έλεγχο (CT, MRI). Τυπικά εμφανίζεται σε παχύσαρκες εγκύους μετά την 3η δεκαετία της ζωής τους, κυρίως κατά το 1ο τρίμηνο της κύησης και εκδηλώνεται με διαταραχές της όρασης με πολλά μικρά σκοτώματα, διπλωπία, φωταψίες, παλμικές εμβοές και οπισθοβολβικό πόνο. Η καλοήθης ενδοκράνια υπέρταση δεν δημιουργεί επιπλοκές στο έμβρυο, ενώ η πρόγνωση είναι ίδια σε εγκύους και σε μη εγκύους. Μετά τον τοκετό συστήνεται η απώλεια σωματικού βάρους. Υπάρχουν, επίσης, αναφορές για αυτόματη βελτίωση. Εντούτοις, με επιδείνωση της όρασης απαιτούνται και άλλες παρεμβάσεις, όπως κλινοστατισμός, οσφυονωτιαία παρακέντηση, αποσυμπίεση οπτικού νεύρου και οσφυοπεριτοναϊκή εκτροπή (shunt) με βαλβίδα.30,31
- Θρομβωτική θρομβοπενική πορφύρα (ΘΘΠ)
Πρόκειται για σπάνια νόσο που χαρακτηρίζεται από θρομβώσεις των μικρών αγγείων, θρομβοπενία, αιμολυτική αναιμία, νευρολογικές και νεφρολογικές διαταραχές και πυρετό. Οφθαλμολογικά συμπτώματα μπορούν να προκληθούν από ορώδεις αποκολλήσεις του αμφιβληστροειδούς, στένωση της αμφιβληστροειδικής αρτηρίας ή αιμορραγία και οίδημα οπτικού νεύρου. Η κεντρική οπτική οδός μπορεί, επίσης, να επηρεαστεί και αυτό εκδηλώνεται συνηθέστερα με ομώνυμη ημιανοψία.19
- Διάχυτη ενδαγγειακή πήξη (ΔΕΠ)
Η διάχυτη ενδαγγειακή πήξη (ΔΕΠ) χαρακτηρίζεται από διάχυτη θρόμβωση μικρών αγγείων. Ο χοριοειδής χιτώνας είναι η συνηθέστερη περιοχή του ματιού που εκδηλώνεται η ΔΕΠ. Οι ασθενείς, συχνά, αναφέρουν απώλεια της όρασης από χοριοειδικό έμφρακτο και αιμορραγία ή αποκολλήσεις αμφιβληστροειδούς ή του μελάγχρου επιθηλίου (ME) κυρίως στον οπίσθιο πόλο. Η όραση συνήθως επανέρχεται με την υποχώρηση της ΔΕΠ.19
- Νόσος του Graves
Αποτελεί τη συνηθέστερη αιτία υπερθυρεοειδισμού στην εγκυμοσύνη. Τείνει να επιδεινώνεται στο 1ο τρίμηνο, βελτιώνεται αργότερα στην κύηση και εμφανίζει υποτροπή μετά τον τοκετό.32 Εκδηλώνεται με τα χαρακτηριστικά κλινικά ευρήματα33. Το αντιθυρεοειδικό φάρμακο εκλογής στην κύηση είναι η προπυλθειοουρακίλη34
- Tοξοπλάσμωση
Το τοξόπλασμα gondii είναι παράσιτο που μπορεί να προκαλέσει συγγενή λοίμωξη στο έμβρυο, αν η μητέρα έχει προσβληθεί πρόσφατα. Επίσης, μια λανθάνουσα οφθαλμολογική τοξοπλάσμωση της μητέρας είναι δυνατό να ενεργοποιηθεί κατά την κύηση. Συνηθέστερο σύμπτωμα είναι η θόλωση της όρασης. Οι συνηθέστερες οφθαλμολογικές εκδηλώσεις είναι η αμφιβληστροειδίτιδα, χοροειδίτιδα, σκληρίτιδα και αγγειίτιδα.35
Η σπιραμυκίνη είναι το φάρμακο εκλογής στην κύηση, ενώ η πυριμεθαμίνη ως αναστολέας του φυλικού οξέος, αποφεύγεται επειδή είναι πιθανό τερατογόνο. Η σουλφαδιαζίδη είναι φάρμακο δεύτερης εκλογής, επειδή μπορεί να προκαλέσει υπερχολερυθριναιμία στο νεογνό. Με τη χορήγηση αντιπαρασιτικών φαρμάκων, η πιθανότητα μόλυνσης του εμβρύου είναι μηδαμινή.36
Επίδραση της κύησης σε προϋπάρχουσα νόσο
- Διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια
Η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια (ΔΑ) μπορεί να έχει γρήγορη εξέλιξη κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.37,38 Ο βαθμός της αμφιβληστροειδοπάθειας σχετίζεται περισσότερο με την προϋπάρχουσα διάρκεια της νόσου, παρά με την κύηση. Ωστόσο στην κύηση, ανοσολογικοί μηχανισμοί μπορούν να επιταχύνουν την επιδείνωση, ειδικότερα εάν συνυπάρχει υπέρταση ή ιστορικό υπέρτασης.39 Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες της Αμερικανικής Ακαδημίας Οφθαλμολογίας (AAO), συστήνεται οι γυναίκες με διαβήτη να υποβάλλονται σε οφθαλμολογική εξέταση πριν τη σύλληψη και κατά τη διάρκεια του 1ου τριμήνου της κύησης40. Μελέτες έδειξαν ότι από τις γυναίκες χωρίς ένδειξη ΔΑ στην αρχή της εγκυμοσύνης, το 10% και το 0,2%, παρουσίασε μη παραγωγική και παραγωγική ΔΑ αντίστοιχα κατά τη διάρκεια της κύησης. Από τις εγκύους με μη παραγωγική νόσο, οι μισές είχαν εξέλιξη στη διάρκεια της κύησης, ωστόσο παρατηρήθηκε ύφεση κατά το 3ο τρίμηνο και κατά τη λοχεία.41 Έως και το 20% των εγκύων θα αναπτύξει παραγωγικές αλλοιώσεις.42 Η τυπική θεραπεία για την ΔΑ είναι η φωτοπηξία PRP, η οποία μπορεί να εφαρμοστεί με ασφάλεια κατά την κύηση.43 Ωστόσο, η υποτροπή μετά τον τοκετό, μπορεί να συμβεί σε απροσδιόριστο χρόνο ή ρυθμό εξέλιξης. Η θεραπεία με φωτοπηξία ελαττώνει όμως την πιθανότητα υποτροπής κατά 50%.41,44
Ο σακχαρώδης διαβήτης της κύησης (ΣΔΚ) έχει μελετηθεί σε πολυάριθμες προοπτικές μελέτες. Παρόλο που είναι αναγνωρισμένος παράγοντας κινδύνου για τον διαβήτη τύπου ΙΙ, οι γυναίκες με ΣΔΚ δεν διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξουν ΔΑ, επειδή η υπεργλυκαιμία είναι μόνο παροδική, συνεπώς δεν απαιτείται οφθαλμολογική εξέταση κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.37,38,40,44
- Γλαύκωμα
Αναφέρθηκε πιο πριν ότι μία από τις φυσιολογικές οφθαλμολογικές αλλαγές της κύησης είναι η μείωση της ενδοφθάλμιας πίεσης (ΕΟΠ).6 Πράγματι, η πτώση της ΕΟΠ μπορεί να είναι σε τέτοιο βαθμό ώστε κατά την κύηση να μην απαιτείται φαρμακευτική αγωγή για το γλαύκωμα. Επειδή η πλειονότητα των φαρμάκων κατά του γλαυκώματος είναι κατηγορίας Β ή C σύμφωνα με το FDA, δηλαδή πιθανόν επικίνδυνα για το έμβρυο, οι περισσότεροι οφθαλμίατροι συστήνουν να περιορίζονται ή και να διακόπτονται κατά τη διάρκεια της κύησης.45 Μία εξαιρετική εναλλακτική επιλογή για ρύθμιση της ΕΟΠ κατά τη διάρκεια της κύησης (και μέθοδος εκλογής του εκ των συγγραφέων ΚΧΚ, με απόλυτη ένδειξη σε αυτές τις περιπτώσεις) αποτελεί το SLT laser.
- Υψηλή μυωπία
Ακόμα και σήμερα, η υψηλή μυωπία αποτελεί αντικείμενο ενδιαφέροντος και αντιπαράθεσης για τη διενέργεια κολπικού τοκετού, επειδή θεωρείται ότι συνδέεται με εμφάνιση αποκολλήσεων του αμφιβληστροειδούς. Εντούτοις, σε μια μελέτη που συμπεριλήφθηκαν γυναίκες με μυωπία -4.5D έως -15D και ποικίλες προηγηθείσες παθολογίες του αμφιβληστροειδούς (π.χ. προηγούμενη θεραπεία ρήξεων ή αποκολλήσεων), διαπιστώθηκε ότι ο κολπικός τοκετός δεν προκάλεσε επιπλέον επιπλοκές στον αμφιβληστροειδή των γυναικών αυτών. Επίσης, αν και η διενέργεια φωτοπηξίας του αμφιβληστροειδούς πριν τον τοκετό, κρίνεται ασφαλής, παραμένει ακόμη αμφισβητούμενη η άποψη αν η υψηλή μυωπία πρέπει να επηρεάζει τη μέθοδο μαίευσης.46 Παρά τα παραπάνω αποτελέσματα, πρόσφατη μελέτη με 4.995 κυήσεις, έδειξε ότι η κυριότερη οφθαλμολογική ένδειξη για τη διενέργεια καισαρικής τομής ήταν η υψηλή μυωπία με ποσοστό 57%.47 Αυτό, με όρους οφθαλμολογικών κινδύνων δεν ευσταθεί επιστημονικά και βιβλιογραφικά, αλλά προφανώς στις περιπτώσεις αυτές υπερισχύει η ιδιαίτερη σχέση εμπιστοσύνης που έχει αναπτυχθεί μεταξύ μαιευτήρα και εγκύου και η οποία μπορεί να επηρεάσει την τελική απόφαση περί καισαρικής μαίευσης.
Οφθαλμολογικά φάρμακα στην κύηση
Αναφορικά με τα οφθαλμολογικά σκευάσματα και τη δράση τους στην κύηση, στο αναπτυσσόμενο έμβρυο και στη μετάδοσή τους μέσω του θηλασμού, είναι γνωστά τα εξής:
- Αντιφλεγμονώδη φάρμακα
Η χρήση τοπικών στεροειδών κατά την εγκυμοσύνη δεν θεωρείται επικίνδυνη.46,48 Επειδή λίγα είναι γνωστά για τη δράση τους στον θηλασμό, θα πρέπει να αποφεύγονται στις θηλάζουσες μητέρες.27
Τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα (ΜΣΑΦ) ανήκουν στην κατηγορία C του FDA, λόγω έλλειψης δεδομένων. Τα από του στόματος ΜΣΑΦ αντενδείκνυνται στην εγκυμοσύνη καθώς αυξάνουν το ποσοστό αυτόματης αποβολής νωρίς στην εγκυμοσύνη, ενώ προκαλούν μείωση στη ποσότητα αμνιακού υγρού και πρόωρη σύγκλειση του αρτηριακού πόρου στο 2ο μισό της κύησης. Αυτές οι επιδράσεις δεν έχουν παρατηρηθεί με την οφθαλμική χορήγηση, αλλά δεδομένων των κινδύνων, αυτή η κατηγορία φαρμάκων θα πρέπει να αποφεύγεται.49
- Αντιγλαυκωματικά φάρμακα
Η θεραπεία του γλαυκώματος μπορεί να είναι μια πρόκληση, επειδή τα περισσότερα φάρμακα αποφεύγονται κατά την εγκυμοσύνη.
Οι βήτα-αναστολείς που χρησιμοποιούνται συνήθως για τη θεραπεία του γλαυκώματος τοπικά (π.χ. τιμολόλη) είναι κατηγορίας C κατά FDA, συνεπώς πρέπει να αποφεύγονται ή να χρησιμοποιούνται στις χαμηλότερες το δυνατόν δόσεις κατά το 1ο τρίμηνο της κύησης. Αλλά και αργότερα στην κύηση συστήνεται αυξημένη προσοχή στη χρήση τους καθώς μπορεί να προκαλέσουν ενδομήτρια υπολειπόμενη ανάπτυξη και καρδιακές αρρυθμίες στο έμβρυο.50 Μπορούν, επίσης, να προκαλέσουν βήτα αποκλεισμό σε βρέφη εάν χρησιμοποιηθούν αμέσως πριν από τον τοκετό και μέσω του μητρικού γάλακτος, επομένως θα πρέπει να αποφεύγονται και σε θηλάζουσες μητέρες. Εντούτοις, σύμφωνα με την Αμερικανική Παιδιατρική Ακαδημία (AAP), η τιμολόλη αναφέρεται ότι είναι ανεκτή κατά τη γαλουχία.
Οι άλφα αγωνιστές (π.χ. βριμονιδίνη) είναι κατηγορίας Β και γενικά μάλλον είναι τα φάρμακα εκλογής για τη θεραπεία του γλαυκώματος κατά την εγκυμοσύνη. Επειδή όμως μπορεί να προκαλέσουν υπνηλία, επιληπτικές κρίσεις, αναπνευστική καταστολή και άπνοια στα νεογνά, θα πρέπει να διακόπτονται πριν τον τοκετό. 49
Τοπικής ή συστηματικής δράσης αναστολείς της καρβονικής ανυδράσης (acetazolamide, dorzolamide, brinzolamide) είναι φάρμακα κατηγορίας C. Οι από του στόματος αναστολείς της καρβονικής ανυδράσης αντενδείκνυνται στο δεύτερο μισό της κύησης καθώς μπορούν να προκαλέσουν νεφρική δυσλειτουργία και διαταραχή του pH στο έμβρυο.48 Επίσης, πρέπει να αποφεύγονται στις θηλάζουσες μητέρες εξαιτίας των δυνητικών επιπλοκών στο ήπαρ και τον νεφρό του νεογνού. Εντούτοις, η ακεταζολαμίδη έχει αναφερθεί ως συμβατή με το θηλασμό.
Τα ανάλογα προσταγλανδινών δεν έχουν μελετηθεί επαρκώς, ενώ οι υπάρχουσες απόψεις είναι αντικρουόμενες. Σε γενικές γραμμές οι προσταγλανδίνες χρησιμοποιούνται συστηματικά στην πρόκληση του τοκετού και στη διακοπή της κύησης, συνεπώς η χρήση τους στο γλαύκωμα δημιουργεί ιδιαίτερα ερωτήματα και αμφιβολίες. Σύμφωνα με τα ανωτέρω, χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή (ή ακόμη και αποφυγή κατά την προσωπική άποψη του συγγραφέως ΚΧΚ) χρήσης λατανοπρόστης και ανάλογων φαρμάκων, σε γυναίκες κατά την κύηση ή τον θηλασμό.49
- Μυδριατικά
Η χρήση μυδριατικών σταγόνων για οφθαλμολογική εξέταση κατά την κύηση είναι ασφαλής. Μολονότι ουσίες, όπως η τροπικαμίδη και η φαινυλεφρίνη, αποφεύγονται στην κύηση (κατηγορία C), η χρήση σε μικρές δόσεις για διαγνωστικούς σκοπούς, επιτρέπεται. Για θεραπευτική ή παρατεταμένη μυδρίαση, η ατροπίνη μπορεί να χρησιμοποιηθεί τοπικά με ασφάλεια.5
- Φάρμακα κατά των λοιμώξεων
Η θεραπεία με τοπικά αντιβιοτικά πρέπει να επιλέγεται προσεκτικά στις εγκύους, λόγω των πιθανών επιδράσεων στο αναπτυσσόμενο έμβρυο.
Οι κινολόνες θεωρούνται ασφαλείς στην κύηση, επειδή τα οφέλη αντισταθμίζουν τον χαμηλό κίνδυνο από την οφθαλμολογική χρήση τους 49. Αν και δεν υπάρχουν προοπτικές τυχαιοποιημένες κλινικές δοκιμές αυτών των φαρμάκων κατά την εγκυμοσύνη (ταξινομούνται ως φάρμακα κατηγορίας C), σε μελέτη με 200 γυναίκες που εκτέθηκαν σε συστηματική φθοροκινολόνη κατά τη διάρκεια της κύησης, δεν διαπιστώθηκε αυξημένο ποσοστό μαιευτικών επιπλοκών.52
Αντίθετα, οι αμινογλυκοσίδες (π.χ. τομπραμυκίνη, γενταμυκίνη) είναι γνωστό ότι προκαλούν ωτοτοξικότητα όταν χορηγούνται συστηματικά και επομένως ανήκουν στην κατηγορία D. Οι σταγόνες τομπραμυκίνης ανήκουν στην κατηγορία Β, κυρίως λόγω της περιορισμένης συστηματικής απορρόφησης κατά την οφθαλμική χορήγηση.54
Η ερυθρομυκίνη (κυρίως για κάλυψη Gram+) και η πολυμυξίνη Β (για κάλυψη Gram-) θεωρούνται τα ασφαλέστερα τοπικά αντιβιοτικά κατά την εγκυμοσύνη. Κατά τον θηλασμό τόσο η πολυμυξίνη Β όσο και οι σουλφοναμίδες είναι ασφαλείς.
Τα περισσότερα φάρμακα που χρησιμοποιούνται στη θεραπεία της βλεφαρίτιδας πρέπει να αποφεύγονται στην κύηση και γαλουχία. Οι τετρακυκλίνες είναι κατηγορίας D και αντενδείκνυνται στην κύηση. Η ερυθρομυκίνη είναι φάρμακο κατηγορίας Β και θεωρείται ασφαλής στην εγκυμοσύνη.53
Παρόλο που δεν υπάρχουν μελέτες για οφθαλμολογική χρήση στην κύηση, η χλωρεξιδίνη (που χρησιμοποιείται στη θεραπεία της κερατίτιδας από ακανθαμοιβάδα) έχει χρησιμοποιηθεί για πολλά χρόνια ως στοματικό διάλυμα για τη θεραπεία της περιοδοντικής νόσου και πολλές τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες δοκιμές δεν έχουν αναδείξει αυξημένους κινδύνους για το έμβρυο όταν χρησιμοποιείται στη κύηση.51 Αναφορικά με το polyhexamethylbiguanide (PHMB) 0.02% δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα.
Όλα τα αντι-ιικά φάρμακα πρέπει να αποφεύγονται στην εγκυμοσύνη εξαιτίας της πιθανής τερατογόνου δράσης τους. Επιπλέον, πρέπει να αποφεύγονται και στη γαλουχία επειδή ενοχοποιούνται για δημιουργία όγκων. Εντούτοις, η ακυκλοβίρη και βαλακυκλοβίρη, μπορούν να χρησιμοποιηθούν με ασφάλεια στην κύηση και γαλουχία, στη θεραπεία του έρπητα (κατηγορία Α).49,54
- Διάφορα φάρμακα
Τα τοπικά αναισθητικά και οι σταγόνες φθοριζουσών ουσιών (φλουορεσκεΐνης), που χρησιμοποιούνται συνήθως για τη διάγνωση παθήσεων του οφθαλμού, δεν έχουν γνωστές τερατογονικές επιδράσεις και γενικά θεωρούνται ασφαλή κατά την εγκυμοσύνη. Η δράση τους στον θηλασμό δεν έχει εξακριβωθεί ακόμα.48
Το Botox είναι φάρμακο κατηγορίας C. Υπάρχει αναφορά μιας περίπτωσης με χρόνια τοπική εφαρμογή για τη θεραπεία κινητικής διαταραχής σε ασθενή με τέσσερις μη επιπλεγμένες κυήσεις, συνεπώς οι συγγραφείς καταλήγουν ότι η τοπική θεραπεία είναι ασφαλής.55
Συμπέρασμα
Η εξοικείωση με τις οφθαλμικές αλλαγές στην εγκυμοσύνη μπορεί να βοηθήσει στη διαφοροδιάγνωση των φυσιολογικών μεταβολών από τις οφθαλμικές εκδηλώσεις συστηματικής νόσου που σχετίζεται με την όραση, κατά τη διάρκεια της κύησης. Καλό θα είναι, όλες οι επίτοκες να υποβάλλονται σε πλήρη οφθαλμολογική εξέταση κατά τη διάρκεια της κύησης. Η έγκαιρη ανίχνευση αλλοιώσεων στον αμφιβληστροειδή μπορεί να αποτρέψει σοβαρές επιπλοκές στην όραση.
Βιβλιογραφία
- Piekorz R.P., Gingras S., Hoffmeyer A., et al. Regulation of Progesterone Levels during Pregnancy and Parturition by Signal Transducer and Activator of Transcription 5 and 20α-Hydroxysteroid Dehydrogenase. Mol. Endocrinol. 2005; 19:431–440. doi: 10.1210/me.2004-0302.
- Suzuki T., Kinoshita Y., Tachibana M., et al. Expression of sex steroid hormone receptors in human cornea. Curr. Eye Res. 2001; 22:28–33. doi: 10.1076/ ceyr.22.1.28.6980.
- Gatzioufas Z., Panos G., Tabibian D., Hafezi F. Ocular anterior segment changes and corneal biomechanics in pregnancy. J. Cataract. Refract. Surg. 2015;41:480–481.
- Shivkumar NL, Rupakala BM, Agrawal S. Ocular Changes in Pregnancy: An Observational Study. Int J Sci Stud 2018;6(7):56-58.
- Albert C, Ingrid US. Ocular changes during pregnancy edited by Sharon F. American Academy of Ophthalmology. Ophthalmic Pearls. 2012:41–3.
- Mackensen F, Paulus WE, Max R, Ness T. Ocular changes during pregnancy. Dtsch Arztebl Int. 2014 Aug 18;111(33-34):567-75; quiz 576. doi: 10.3238/arz- tebl.2014.0567.
- Gotovac M, Kastelan SL. Eye and pregnancy. Coll Antropol. 2013; 37:89–93
- Sunness J, Santos A. Pregnancy and the mother’s eye. in Duane’s Clinical Ophthalmology. In: Tasman W, Jaeger E, editors. Philadelphia, USA: Lippincott Williams & Wilkins; 1994. pp. 1–25.
- Gotovac, M.; Kastelan, S.; Lukenda, A. Eye and pregnancy. Coll. Antropol. 2013, 37, 189–193.
- Kalogeropoulos, D.; Sung, V.C.; Paschopoulos, M, et al. The physiologic and pathologic effects of pregnancy on the human visual system. J. Obstet. Gynaecol. 2019, 39, 1037–1048.
- Asiedu K, Kyei S, Adanusa M, et al. Dry eye, its clinical subtypes and associated factors in healthy pregnancy: A cross-sectional study. PLoS One. 2021 Oct 7;16(10): e0258233.
- Mallen, E. A., et al. The influence of pregnancy on the refractive error of the eye. Optometry and Vision Science, 2001: 78(8), 511–515.
- Elbaz, U., et al. Effect of hormonal changes during pregnancy on corneal thickness and curvature: A prospective study. Ophthalmology and Eye Disease, 2015: 7, 15–20.
- Patel, S., et al. Refractive changes and LASIK outcomes in pregnancy and lactation. Journal of Refractive Surgery, 2011: 27(7), 494–497.
- Wang, L., et al. Safety of LASIK in pregnant and lactating women: A review of the literature. Eye & Contact Lens, 2014: 40(2), 89–94.
- Zamorano-Martίn F, Sάnchez-Gonzάlez JM, Garcίa-Lorente M, et al. Laser refractive surgery in pregnant or breastfeeding patients. J Cataract Refract Surg. 2021 Aug 1;47(8):1081-1087.
- Ugur, O. H., et al. Effects of pregnancy on cataract formation. Int J of Ophthalmology, 2010: 3(1), 1-4.
- Samra KA. The eye and visual system in pregnancy, what to expect? An in-depth review. Oman J Ophthalmol 2013;6(02): 87–91
- Chawla S, Chaudhary T, Aggarwal S, Maiti GD, Jaiswal K, Yadav J. Ophthalmic considerations in pregnancy. Med J Armed Forces India 2013;69(03):278–284
- Tunzi M, Gray GR: Common skin conditions during pregnancy. American Family Physician 2007; 75: 211–8.
- Hutcheon JA, Lisonkova S, Joseph KS. Epidemiology of pre-eclampsia and the other hypertensive disorders of pregnancy. Best Pract Res Clin Obstet Gynaecol 2011; 25:391.
- Schultz KL et al. Curr Opin Ophthalmol. 2005;16(5):308-314.
- Vigil-De Gracia P, Ortega-Paz L. Int J Gynaecol Obstet. 2011;114(3):223-225
- Belfort MA, Carpenter RJ Jr, Kirshon B, et al. The use of nimodipine in a patient with eclampsia: Color flow doppler demonstration of retinal artery relaxation. Am J Obstet Gyn. 1993; 169: 204–206.
- Kane, S.C., Brennecke, S.P. and da Silva Costa, F. Ophthalmic artery Doppler analysis: a window into the cerebrovasculature of women with pre-eclampsia. Ultrasound Obstet Gynecol, 2017; 49: 15-21.
- Belfort MA. The effect of magnesium sulphate on blood flow velocity in the maternal retina in mild pre-eclampsia: A preliminary color flow doppler study. Br J Obstet Gynaecol 1992; 99: 641– 645.
- Marcos-Figueiredo P, Marcos-Figueiredo A, et al. Ocular Changes During Pregnancy. Rev Bras Ginecol Obstet. 2018 Jan;40(1):32-42. English. doi: 10.1055/s-0037- 1605366.
- Chiam NP, Lim LL. Uveitis and gender: the course of uveitis in pregnancy. J Ophthalmol. 2014;2014:401915.
- Tsironi E, Gatselis N, Kotoula MG, et al. Ocular disorders as the prevailing manifestations of antiphospholipid syndrome: a case series. Cases J. 2009; 2:159.
- Kapoor KG. More than meets the eye? Redefining idiopathic intracranial hypertension. Int J Neurosci. 2010; 120(7):471e482.
- Samra KA. The eye and visual system in pregnancy, what to expect? An in-depth review. Oman J Ophthalmol. 2013;6(2):87e91.
- Omoti AE, Waziri-Erameh JM, Okeigbemen VW. A review of the changes in the ophthalmic and visual system in pregnancy. Afr J Reprod Health. 2008;12(3):185e196.
- Lazarus JH. Thyroid function in pregnancy. Br Med Bull. 2011;97:137e148.
- Brown RS. Autoimmune thyroid disease in pregnant women and their offspring. Am Assoc Clin Endocrinol. 1996;2(1):53e61.
- Bonfioli AA, Orefice F. Toxoplasmosis. Semin Ophthalmol. 2005;20(3):129e141.
- Bertis Britt Little. Drugs and Pregnancy Second edition 2022 Taylor & Francis Group, LLC. ISBN: 978-1-032-21678-2
- Klein BE, Moss SE, Klein R. Effect of pregnancy on progression of diabetic retinopathy. Diabetes Care. 1990; 13(1):34e40.
- Chew EY, Mills JL, Metzger BE, et al. Metabolic control and progression of retinopathy. The diabetes in early pregnancy study. National Institute of Child Health and Human Development Diabetes in Early Pregnancy Study. Diabetes Care. 1995;18(5):631e637.
- Kastelan S, Tomic M, Pavan J, Oreskovic S. Maternal immune system adaptation to pregnancy and potential influence on the course of diabetic retinopathy. Reproductive Biol Endocrinol. 2010;8:124.
- Preferred Practice Pattern Guidelines: Diabetic Retinopathy: American Academy of Ophthalmology; 2008. Available from: http://one.aao.org/CE/ PracticeGuidelines/ PPP.aspx?sidab7891575312-4bbe-86ed8d164ffa9567
- Sheth BP. Does pregnancy accelerate the rate of progression of diabetic retinopathy?: an update. Curr Diabetes Rep. 2008;8(4):270e273.
- Hussain RN, Giridhar A, Gopalakrishnan M. Pregnancy and retinal diseases. Kerala J Ophth. 2011;23(3):206e209.
- Chan WC, Lim LT, Quinn MJ, Knox FA, McCance D, Best RM. Management and outcome of sight-threatening diabetic retinopathy in pregnancy. Eye (Lond). 2004;18(8):826e832.
- Rahman W, Rahman FZ, Yassin S, Al-Suleiman SA, Rahman J. Progression of retinopathy during pregnancy in type 1 diabetes mellitus. Clin Exp Ophthalmol. 2007;35(3):231e236.
- Grant AD, Chung SM. The eye in pregnancy: ophthalmologic and neuroophthalmologic changes. Clin Obstetrics Gynecol. 2013;56(2):397e412.
- Inglesby DV, Little BC, Chignell AH. Surgery for detachment of the retina should not affect a normal delivery. BMJ 1990; 300(6730):980
- Socha MW, Piotrowiak I, Jagielska I, et al.: Retrospective analysis of ocular disorders and frequency of cesarean sections for ocular indications in 2000–2008-our own experience. Ginekol Pol 2010;81: 188–91.
- Chung CY, Kwok AK, Chung KL. Use of ophthalmic medications during pregnancy. Hong Kong Med J 2004;10(3):191-195.
- Mittal A, Vislisel JM, Greiner MA. Use of ophthalmic medications in pregnancy. EyeRounds.org. posted January 23, 2016; Available from https://eyerounds.org/cas- es/229-drugs-in-pregnancy.htm
- Frishman WH, Chesner M. Beta-adrenergic blockers in pregnancy. Am Heart J 1988; 115:147—152.
- Silk H, Douglass AB, Douglass JM, Silk L. Oral health during pregnancy. Am Fam Physician 2008;77(8):1139-1144.
- Loebstein R, Addis A, Ho E, et al. Pregnancy outcome following gestational exposure to fluoroquinolones: a multicenter prospective controlled study. Antimicrob Agents Chemother 1998;42(6):1336-1339.
- Schlect HP, Bruno C. Bacteria and Antibacterial Drugs. The Merck manual of Diagnosis and Therapy. 19th ed. Kenilworth, N.J.: Merck & Co, Inc; 2011; chapter 132 available at: http://www.merckmanuals.com/professional/infectious-diseases/bac- teria-and-antibacterial-drugs/.
- Samples JR, Meyer SM. Use of ophthalmic medications in pregnant and nursing women. Am J Ophthalmol 1988;106(5):616-623.
- Newman WJ, Davis TL, Padaliya BB, Covington CD, Gill CE, Abramovitch AI, Charles PD. Botulinum toxin type A therapy during pregnancy. Mov Disord 2004;19(11):1384-1385.