
Συντάκτης
Gonzalez-Salinas R et al. Journal of Cataract & Refractive Surgery 49(1):p 97-102, January 2023
Το άρθρο αυτό αποτελεί μία ανασκόπηση της προσέγγισης των ασθενών με κερατόκωνο και καταρράκτη. Οι ασθενείς με κερατόκωνο παρουσιάζουν αυξημένο κίνδυνο να εμφανίσουν καταρράκτη συγκριτικά με αυτούς που δεν έχουν, ενώ παράλληλα εμφανίζουν καταρράκτη σε μικρότερες ηλικίες. Η παθοφυσιολογία του κερατόκωνου φαίνεται να είναι πολυπαραγοντική με γενετικούς, περιγενετικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες να συμβάλουν στην εμφάνισης της χαρακτηριστικής μορφολογίας του κερατοειδούς. Για τη σταδιοποίηση του κερατόκωνου έχουν αναπτυχθεί διάφορα συστήματα που βοηθούν στην καλύτερη αντιμετώπισή του.
Υπολογισμός ενδοφακού: Οι μελέτες δείχνουν ότι οι περισσότεροι οφθαλμοί μετεγχειρητικά έχουν υπερμετρωπική τάση και είναι πιο έντονη όσο πιο προχωρημένο είναι το στάδιο του κερατόκωνου. Ένα μεγάλο σφάλμα στον υπολογισμό του ενδοφακού προέρχεται από την αδυναμία σωστής εκτίμησης του κερατοειδούς. Η σχέση πρόσθιας οπίσθιας επιφάνειας του κερατοειδούς έχει μεταβληθεί με αποτέλεσμα η πρόσθια κερατομετρία να υπερεκτιμά τη δύναμη του κερατοειδούς. Μελέτες δείχνουν ότι το Pentacam δίνει τα πιο αξιόπιστα και επαναλήψιμα αποτελέσματα σε σχέση με τις άλλες κερατομετρίες όταν Κmax <55D. Σε υψηλότερα κερατομετρικά η ακρίβεια και η επαναληψιμότητα των μετρήσεων είναι πολύ μικρότερη. Το TRCP όπως μετριέται από το Pentacam αντανακλά με μεγαλύτερη αξιοπιστία την πραγματική δύναμη του κερατοειδούς. Παρόλα αυτά δεν είναι δυνατόν η τιμή αυτή να χρησιμοποιηθεί στις περισσότερες φόρμουλες υπολογισμού, οι οποίες έχουν ήδη βασιστεί σε διαθλαστικό δείκτη κερατοειδούς 1,3375 μιας και αυτό θα αποτελούσε διπλή διόρθωση. Όσον αφορά το αξονικό μήκος, τα κερατοκωνικά μάτια έχουν συνήθως βαθύτερο πρόσθιο θάλαμο και μεγαλύτερο αξονικό μήκος από τα μη κερατοκωνικά. Επιπρόσθετα, η κορυφή του κώνου μπορεί να μη συμπίπτει με τον οπτικό άξονα, το οποίο μπορεί να οδηγήσει σε λάθος υπολογισμούς.
Οι περισσότερες φόρμουλες υπολογισμού ενδοφακού σε κερατοκωνικούς οφθαλμούς δίνουν υπερμετρωπικά αποτελέσματα. Σύμφωνα με τις μελέτες η SRK -T δίνει αρκετά ικανοποιητικά αποτελέσματα. Η Kane KC φόρμουλα φαίνεται να υπερτερεί σε σχέση με άλλες. Η ακρίβειά της όμως σε στάδιο ΙΙΙ μειώνεται, έτσι το 24% των οφθαλμών μετεγχειρητικά επιτυγχάνει διαθλαστικό σφάλμα +/- 0,50D από το προβλεπόμενο αποτέλεσμα. Αυτό δείχνει ότι οι φόρμουλες υπολογισμού γι’ αυτούς τους οφθαλμούς πρέπει να βελτιωθούν.
Είδος επιλεγόμενου ενδοφακού: Για τους κερατοκωνικούς οφθαλμούς προτείνονται μονοεστιακοί ενδοφακοί με θετική ή μηδέν σφαιρική εκτροπή. Σε λιγότερο προχωρημένο στάδιο μπορεί να χρησιμοποιηθεί ο τορικός ενδοφακός με καλά αποτελέσματα. Σε περιπτώσεις προχωρημένου κερατόκωνου, όπου προβλέπεται η χρήση σκληρικών φακών επαφής ή όταν υπάρχει προοπτική κερατοπλαστικής, ο τορικός αντενδείκνυται. Δεν υπάρχουν αρκετές μελέτες να υποστηρίξουν τη χρήση πολυεστιακών ενδοφακών σε ελαφρά και σταθεροποιημένα περιστατικά κερατόκωνου. Η σταθεροποίηση ή και βελτίωση του κερατοειδούς με CXL ή ICRS πριν από την επέμβαση του καταρράκτη σύμφωνα με κάποιες μελέτες μπορεί να βελτιώσει την ακρίβεια του υπολογισμού του ενδοφακού, ενώ έχουν περιγραφεί μελέτες όπου CXL πραγματοποιείται μετά την επέμβαση καταρράκτη. Εδώ πρέπει να τονιστεί ότι η μετεγχειρητική φλεγμονή αλλά και οι τομές του καταρράκτη μπορεί να επιδεινώσουν τη νόσο. Σε συνδυασμένες επεμβάσεις καταρράκτη και κερατοπλαστικής η ακρίβεια της βιομετρίας είναι περιορισμένη.