Skip to main content
flegmones

Συντάκτες

Γεώργιος Σ. Δίμτσας1, Αναστασία Κουρτέσα1, Νικόλαος Γκουλιόπουλος1, Κωνσταντίνος Νανόπουλος1, Μαριλίτα M. Μόσχου1, Χρήστος Καλογερόπουλος2

1Τμήμα Ηλεκτροφυσιολογίας, Α’ Πανεπιστημιακή Οφθαλμολογική Κλινική, Γ.Ν.Α «Γ. Γεννηματάς»
2Πανεπιστημιακή Οφθαλμολογική Κλινική Ιωαννίνων

Η παρούσα ανασκόπηση συνοψίζει τη χρήση της ηλεκτροφυσιολογικής εξέτασης σε ραγοειδικούς ασθενείς και αναδεικνύει τη σημασία της σαν πολύτιμο εργαλείο στην αντικειμενική αξιολόγηση και παρακολούθηση της ασθένειας.

Ηλεκτροφυσιολογική εξέταση σε ραγοειδίτιδες

Οι εξετάσεις που χρησιμοποιούνται στις παρακάτω οφθαλμολογικές οντότητες είναι: το ηλεκτροαμφιβληστροειδογράφημα (ΗΑΓ), τα οπτικά προκλητά δυναμικά ινιακού λοβού (ΔΙΛ), το ηλεκτροφθαλμογράφημα (ΗΟΓ), το πολυεστιακό ηλεκτροαμφιβληστροειδογράφημα (πΗΑΓ) και τα πολυεστιακά προκλητά δυναμικά ινιακού λοβού (πΔΙΛ).

Σύνδρομο πολλαπλών εφήμερων λευκών κηλίδων (Multiple evanescent white-dot syndrome, MEWDS)

Η ηλεκτροφυσιολογική εξέταση είναι χρήσιμη στη διερεύνηση της λειτουργίας των έσω και έξω στιβάδων του αμφιβληστροειδούς σε ασθενείς με MEWDS, και τα ευρήματά της είναι χρήσιμα στον καθορισμό της αρχικής εστίας των λειτουργικών ανωμαλιών. Οι Horiguchi και συν. [1], σε ασθενείς με MEWDS, κατέγραψαν ανώμαλα δυναμικά a- και b- κύματος καθώς και ανώμαλα δυναμικά ταλάντωσης. Τα ευρήματά τους έδειξαν ότι τόσο ο έξω όσο και ο έσω αμφιβληστροειδής επηρεάζονται στο MEWDS. Όσον αφορά στην περιοχή που επηρεάζεται πρώτα, τα ευρήματα δεν είναι σαφή. Υπάρχουν αναφορές που δείχνουν ότι ο έξω αμφιβληστροειδής επηρεάζεται πρώτα [2,3], ενώ άλλοι προτείνουν το αντίθετο. Οι Cheng και συν. [4] πραγματοποίησαν πλήρους πεδίου ΗΑΓ, πολυεστιακό ΗΑΓ και πολυεστιακά δυναμικά ταλάντωσης, τα οποία αντικατοπτρίζουν τη λειτουργία του έσω αμφιβληστροειδούς, σε τρεις ασθενείς με MEWDS. Διαπίστωσαν ότι τα πολυεστιακά δυναμικά ταλάντωσης είναι μειωμένα σε όλο τον αμφιβληστροειδή, ακόμη και σε περιοχές όπου το πολυεστιακό ΗΑΓ καταγράφεται ως φυσιολογικό, υποδηλώνοντας ότι η δυσλειτουργία λαμβάνει χώρα αρχικά στον εσωτερικό αμφιβληστροειδή και ο εξωτερικός αμφιβληστροειδής επηρεάζεται στη συνέχεια.

Έχει προταθεί ότι η ηλεκτροφυσιολογική εξέταση μπορεί να είναι χρήσιμη για την ανίχνευση των πρώτων εκδηλώσεων του MEWDS. Οι Sieving και συν. [5] κατέδειξαν ότι η οξεία φάση της νόσου συνοδεύεται από σημαντική μείωση των κυμάτων a- και b- του Ganzfeld ΗΑΓ και των πρώιμων δυναμικών των φωτοϋποδοχέων. Οι Feigl και συν. [6] εξέτασαν ασθενείς με MEWDS για τους οποίους το πολυεστιακό ΗΑΓ καταγράφηκε σε διαφορετικές χρονικές στιγμές μετά την εμφάνιση της νόσου. Σύμφωνα με αυτούς, τα αρχικά στάδια της νόσου χαρακτηρίζονται από υπερφυσιολογικά κύματα N1 και P1 του πυρήνα πρώτης τάξης στο πολυεστιακό ΗΑΓ, τα οποία μειώνονται σε υπο- φυσιολογικές τιμές σε διάστημα δύο εβδομάδων. Στα μεταγενέστερα στάδια της νόσου, τα δυναμικά των κυμάτων N1 και P1 καταγράφονται μειωμένα ή εντός φυσιολογικών ορίων. Όσο για τις καθυστερήσεις του κύματος P1, οι τιμές τους παραμένουν φυσιολογικές σε όλα τα στάδια.

Το πΗΑΓ έχει επίσης χρησιμοποιηθεί στην παρακολούθηση της ανάκαμψης της αμφιβληστροειδικής λειτουργίας λόγω MEWDS. Οι Chen και συν. [7] ανέφεραν πως οι ανωμαλίες στο πΗΑΓ υποχώρησαν μαζί με την υποχώρηση των κλινικών συμπτωμάτων, ενώ οι Huang και συν. [8] κατέγραψαν μία περίπτωση στην οποία οι αλλοιώσεις στο πΗΑΓ ήταν ακόμα παρούσες μετά την κλινική ανάκαμψη, εύρημα που υποδεικνύει μια αργοπορημένη ανάκαμψη της αμφιβληστροειδικής λειτουργίας. Σπάνια, τα ΔΙΛ αποκαλύπτουν σε μερικές περιπτώσεις παροδική δυσλειτουργία του οπτικού νεύρου [9].

Συνοψίζοντας, τα αποτελέσματα της ηλεκτροφυσιολογικής εξέτασης σε MEWDS (κυρίως πολυεστιακό ΗΑΓ) αποτελούν ευαίσθητους δείκτες της ανάκαμψης σε σύγκριση με την οπτική οξύτητα, τα οπτικά πεδία και της απεικονιστικές τεχνικές.

Εικόνα 1 (A και B) Βυθός 30-χρονου άνδρα με APMPPE. (A) Ουλώδης φάση της νόσου (B) Οξεία φάση της νόσου.

Οξεία οπίσθια πολυεστιακή πλακώδη επιθηλιοπάθεια του μελάγχρου επιθηλίου

Η οξεία οπίσθια πολυεστιακή πλασκώδης επιθηλιοπάθεια του μελάγχρου επιθηλίου (APMPPE) είναι μια αυτοπεριοριζόμενη φλεγμονώδης χοριοαμφιβληστροειδική νόσος άγνωστης αιτιολογίας, η οποία χαρακτηρίζεται από πολλαπλές λευκοκίτρινες υποαμφιβληστροειδικές πλακώδεις βλάβες του οπίσθιου πόλου (Εικόνα 1). Οι Deutman και συν. [10], μελέτησαν καταγραφές ΗΟΓ και ΗΑΓ σε ασθενείς με APMPPE. Οι ΗΟΓ αποκρίσεις καταγράφηκαν ως εξαιρετικά ανώμαλες στην οξεία φάση της νόσου, υποδεικνύοντας πιθανώς μια σοβαρή δυσλειτουργία του μελάγχρου επιθηλίου, ενώ στο ουλώδες στάδιο οι καταγραφές του ΗΟΓ βελτιώθηκαν σημαντικά. Τα ευρήματα του ΗΑΓ στην οξεία φάση αποτελούνται από ελαφρώς ανώμαλες τιμές των δυναμικών των α- και β- κυμάτων. Οι καταγραφές ΗΑΓ μετά την ανάκαμψη κατέδειξαν παρόμοια αποτελέσματα, αντανακλώντας την καθυστερημένη αποκατάσταση της λειτουργίας του αμφιβληστροειδούς. Όσον αφορά στα ευρήματα του ΗΑΓ, υπάρχουν ορισμένες διακριτές διαφορές μεταξύ APMPPE και MEWDS. Τα ΔΙΛ έχουν βρεθεί είτε φυσιολογικά είτε μη φυσιολογικά, υποδηλώνοντας στην τελευταία μια πιο εκτεταμένη συμμετοχή, συμπεριλαμβανομένου του οπτικού νεύρου.

Χοριοαμφιβληστροειδοπάθεια δίκην κυνηγετικών χόνδρων (Birdshot chorioretinopathy – BCR)

Η BCR είναι μια σπάνια, χρόνια και αμφοτερόπλευρη ενδοφθάλμια φλεγμονώσης νόσος (Εικόνα 2). Τα αποτελέσματα του ΗΑΓ σχετίζονται με τη σοβαρότητα και το στάδιο της νόσου [11]. Σε ήπιες περιπτώσεις, τα ΗΑΓ μπορούν να καταγράφονται ως υπερφυσιολογικά, ενώ η εξέλιξη της νόσου συνοδεύεται από μειωμένα ΗΑΓ έως ότου καταστούν μη ανιχνεύσιμα σε καθυστερημένα στάδια της νόσου, ένα εύρημα που αντιστοιχεί στην χαμηλή νυχτερινή όραση που αντιμετωπίζουν οι ασθενείς με BCR σε αυτά τα στάδια [12].

Η BCR είναι η πρώτη ραγοειδική οντότητα στην οποία το ΗΑΓ βρήκε εφαρμογή. Το κυρίαρχο εύρημα στην εξέταση ΗΑΓ είναι ένα ηλεκτροαρνητικό μοτίβο με επιλεκτική μείωση του b- κύματος σε σύγκριση με το a- κύμα, το οποίο οδηγεί σε χαμηλό λόγο b:a. Αυτό το μοτίβο ΗΑΓ είναι μοναδικό σε ασθενείς με BCR και δεν εμφανίζεται σε κανέναν άλλο τύπο ραγοειδίτιδας [11]. Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι το κύμα b- δημιουργείται στη στιβάδα των νευρικών ινών του αμφιβληστροειδούς, έχει προταθεί ότι η αρχική δυσλειτουργία στη BCR βρίσκεται στα έσω στρώματα του νευροαμφιβληστροειδούς. Οι Sobrin και συν. [12] διενήργησαν εξέταση ΗΑΓ σε 23 ασθενείς με BCR και παρατήρησαν σοβαρές ανωμαλίες στο ύψος του a- κύματος και στο χρόνο εμφάνισης αυτού κατά την εξέταση των ασθενών πριν από τη θεραπεία, υποδηλώνοντας ότι τα εξωτερικά στρώματα του αμφιβληστροειδούς και οι φωτοϋποδοχείς επηρεάζονται νωρίς στην εξέλιξη της νόσου, πιθανόν από τη συνυπάρχουσα χοριοειδική φλεγμονή. Στο ΗΟΓ, επίσης καταγράφηκαν παθολογικά ευρήματα.

Τα δεδομένα του ΗΑΓ, και ιδιαίτερα ο λανθάνων χρόνος flicker στα 30Hz και τα φωτεινά σκοτοπικά δυναμικά, έχουν χρησιμοποιηθεί ως οι πιο ευαίσθητοι δείκτες της δραστηριότητας της ασθένειας [13]. Ένας κανονικός λανθάνων χρόνος 30Hz πριν από τη θεραπεία συνδέεται με μια ευνοϊκή πρόγνωση [14]. Επιπλέον, αυτές οι δύο παράμετροι του ΗΑΓ μπορούν να προβλέψουν εάν η μείωση της ανοσοτροποποιητικής θεραπείας θα οδηγήσει σε υποτροπή της φλεγμονής [13].

Εικόνα 2 Φωτογραφία βυθού από 56-χρονη γυναίκα με BCR (A) πριν και (B) μετά τη θεραπεία.

Νόσος Vogt-Koyanagi-Harada (VKH)

Στη νόσο VKH, η ηλεκτροφυσιολογική εξέταση με τη χρήση πολυεστιακού ΗΑΓ είναι ένα χρήσιμο και ευαίσθητο εργαλείο για την ανίχνευση πρώιμης βλάβης του αμφιβληστροειδούς, καθώς οι αποκρίσεις στο πολυεστιακό ΗΑΓ μπορεί να είναι σημαντικά μειωμένες σε ασθενείς με VKH – μετά την παρέλευση της φλεγμονής – που έχουν φυσιολογική οπτική οξύτητα και καμία εμφανή ατροφία του αμφιβληστροειδούς [15].

Το πολυεστιακό ΗΑΓ είναι επίσης χρήσιμο στην καθοδήγηση της θεραπείας των ασθενών με VKH. Οι Yang και συν. [16] πραγματοποίησαν μια μελέτη στην οποία το πολυεστιακό ΗΑΓ αξιολογήθηκε, μαζί με την καλύτερα διορθωμένη οπτική οξύτητα, σε ασθενείς με VKH πριν και κατά τη διάρκεια της θεραπείας με ανοσοκατασταλτικούς παράγοντες. Πριν από τη θεραπεία, η οπτική οξύτητα μειώθηκε και το πολυεστιακό ΗΑΓ ήταν εξαιρετικά ανώμαλο. Κατά τη διάρκεια της θεραπείας, η ΟΟ βελτιώθηκε γρήγορα τον πρώτο μήνα, ενώ το ύψος και ο λανθάνων χρόνος των N1 και P1 βελτιώθηκαν σημαντικά σε 3 μήνες. Ωστόσο, το ύψος των P1 και N1 παρέμεινε σημαντικά μειωμένο μετά από 12 μήνες. Αυτά τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι ανοσοκατασταλτικοί παράγοντες στη νόσο VKH οδηγούν σε πρώιμη βελτίωση της ΟΟ, αλλά με καθυστερημένη και περιορισμένη ανάκτηση της λειτουργίας της ωχράς κηλίδας.

Προηγούμενες ηλεκτροφυσιολογικές μελέτες σε VKH έχουν αποδείξει ότι η δυσλειτουργία των έσω στρωμάτων του αμφιβληστροειδούς είναι ήπια και αναστρέψιμη. Αντίθετα, η δυσλειτουργία των έξω στρωμάτων του αμφιβληστροειδούς είναι σοβαρή και η απόκριση υπεροσμωτικότητας στο ΗΟΓ έχει αναφερθεί ότι καταστέλλεται στο στάδιο της ανάρρωσης της νόσου.

Νόσος Αδαμαντιάδη–Behçet (ABD)

Η ηλεκτροφυσιολογική εξέταση με ΔΙΛ μπορεί να είναι χρήσιμη για την αποκάλυψη της υποκλινικής εμπλοκής του κεντρικού νευρικού συστήματος σε ασθενείς με ABD χωρίς συμπτώματα ή ακόμη και ευρήματα σε νευρολογική εξέταση. Μια μελέτη [17] που πραγματοποιήθηκε σε έναν τέτοιο πληθυσμό αποκάλυψε μη φυσιολογικά ΔΙΛ, καθώς η μέση τιμή του λανθάνοντος χρόνου P100 ήταν σημαντικά παρατεταμένη σε σύγκριση με υγιή άτομα.

Όσον αφορά τις αρχικές βλάβες του αμφιβληστροειδούς σε ασθενείς με ABD, έχει υποτεθεί ότι λαμβάνουν χώρα στο έσω τμήμα του αμφιβληστροειδούς. Για να επιβεβαιωθεί αυτό, οι Asai και συν. [18] εξέτασαν την απόκριση υπεροσμωτικότητας (η οποία προέρχεται από το μελάγχρουν επιθήλιο) στο ΗΟΓ, τα δυναμικά ταλάντωσης (που προέρχονται από το εσωτερικό στρώμα του αμφιβληστροειδούς) και την ταχεία απόκριση στο ΗΑΓ σε έξι ασθενείς με ABD. Τα ευρήματα περιλάμβαναν εξαιρετικά ανώμαλα δυναμικά ταλάντωσης, ειδικά στα πρώιμα στάδια της νόσου, ενώ η ταχεία απόκριση και η απόκριση υπεροσμωτικότητας ήταν σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις εντός φυσιολογικών ορίων και τα ευρήματα αυτά είναι σύμφωνα με την προαναφερθείσα υπόθεση.

Η αποτελεσματικότητα της ιντερφερόνης (IFN)- α2a σε ασθενείς με ABD με οπίσθια ραγοειδίτιδα/ πανραγοειδίτιδα με οίδημα της ωχράς κηλίδας δοκιμάστηκε από τους Stübiger και συν. [19] μέσω πολυεστιακού ΗΑΓ. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η βελτίωση του ύψους και η ομαλοποίηση του λανθάνοντος χρόνου εμφανίστηκαν μόνο σε ασθενείς χωρίς χρόνια νόσο με δευτερογενείς αλλαγές στον αμφιβληστροειδή. Επιπλέον, σε χρόνια ή υποτροπιάζουσα ραγοειδίτιδα με δευτερογενείς αλλαγές του αμφιβληστροειδούς, το πολυεστιακό ΗΑΓ παρέμεινε μη φυσιολογικό, αν και η θεραπεία με IFN- α2a είχε ως αποτέλεσμα καλή ΟΟ και εξαφάνιση σημαντικών αλλαγών του αμφιβληστροειδούς στην οφθαλμοσκοπική εξέταση [20]. Τα αποτελέσματα αυτά υποδεικνύουν ότι το πολυεστιακό ΗΑΓ αντικατοπτρίζει την έκταση της βλάβης στον κεντρικό αμφιβληστροειδή λόγω ABD σε ασθενείς με καλή ΟΟ και οφθαλμοσκοπική εξέταση και ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως αντικειμενική παρακολούθηση της δυσλειτουργίας της ωχράς κηλίδας στην υποτροπιάζουσα ραγοειδίτιδα.

Οφθαλμικές επιπλοκές του ιού της ανθρώπινης ανοσοανεπάρκειας

Μελέτες σε οροθετικούς ενήλικες χωρίς αμφιβληστροειδίτιδα CMV έδειξαν ότι υπάρχει έως και 50% απώλεια στον πληθυσμό των νευρικών ινών, παρά το γεγονός ότι το οπτικό νεύρο εμφανίζεται κλινικά φυσιολογικό [21]. Θεωρήθηκε ότι η απώλεια οπτικών νευρικών ινών είναι δευτερεύουσα, λόγω εσωτερικής βλάβης του αμφιβληστροειδούς που προκαλείται από τον ιό HIV. Μια άλλη πρόσφατη μελέτη των Moschos και συν. [22] έδειξε ότι υπάρχει κάποια υποκλινική δυσλειτουργία των φωτοϋποδοχών και των έσω στρωμάτων του αμφιβληστροειδούς στην περιοχή της ωχράς σε οροθετικά παιδιά με φυσιολογική όραση και χωρίς οφθαλμική νόσο.

Συμπεράσματα

Συμπερασματικά, αν και η ηλεκτροφυσιολογική εξέταση δεν αποτελεί συνήθη εξέταση σε ραγοειδικούς ασθενείς, διάφορες ηλεκτροφυσιολογικές εξετάσεις είναι χρήσιμες για την αξιολόγηση πολλών μορφών ραγοειδίτιδας, κυρίως στην οπίσθια ραγοειδίτιδα. Οι ηλεκτροφυσιολογικές εξετάσεις χρησιμεύουν συνήθως ως επέκταση της οφθαλμολογικής εξέτασης και όχι ως διαγνωστική εξέταση. Το ΗΑΓ είναι η εξέταση που πραγματοποιείται συχνότερα στους ραγοειδικούς ασθενείς και χρησιμοποιείται κυρίως στην ανίχνευση των πρώιμων βλαβών του αμφιβληστροειδούς καθώς και τη θέση αυτών, στην παρακολούθηση της δραστηριότητας και της επέκτασης της νόσου και στην αποτελεσματικότητα της θεραπείας. Το πΗΑΓ χρησιμοποιείται επίσης για την έγκαιρη αναγνώριση βλαβών της ωχράς κηλίδας λόγω ραγοειδίτιδας και για την αποτελεσματικότητα της θεραπείας. Τα ΔΙΛ χρησιμοποιούνται λιγότερο συχνά, κυρίως για την αναγνώριση της υποκλινικής συμμετοχής του οπτικού νεύρου. Το ΗΟΓ δεν χρησιμοποιείται συχνά και η κύρια χρήση του είναι για την ανίχνευση δυσλειτουργίας του μελάγχρου επιθηλίου.

Ωστόσο, όταν υπάρχει συμμετοχή του αμφιβληστροειδούς σε σοβαρές ραγοειδίτιδες, οι ηλεκτροφυσιολογικές εξετάσεις και ιδιαίτερα το ΗΑΓ (συμπεριλαμβανομένου του πΗΑΓ) έχουν ιδιαίτερη σημασία ακόμη και στη διαφορική διάγνωση δυσχερών περιπτώσεων. Από την άλλη, στο εγγύς μέλλον, η ερμηνεία των αποτελεσμάτων της ηλεκτροφυσιολογικής εξέτασης μαζί με τα ευρήματα των απεικονιστικών μεθόδων θα συμβάλει στην καλύτερη κατανόηση της παθολογοφυσιολογίας διάφορων τύπων ραγοειδίτιδας και στη συνεχή χρήση της ηλεκτροφυσιολογίας στην οφθαλμική έρευνα [23] [24].

Βιβλιογραφία

  1. Horiguchi M, Miyake Y, Nakamura M, Fujii Y. Focal electroretinogram and visu- al field defect in multiple evanescent white dot syndrome. Br J Ophthalmol. 1993;77:452–455.
  2. Li D, Kishi S. Restored photoreceptor outer segment damage in multiple evanescent white dot syndrome. Ophthalmology. 2009;116:762–770.
  3. Nguyen MH, Witkin AJ, Reichel E, et al. Microstructural abnormalities in MEWDS demonstrated by ultrahigh resolution optical coherence tomography. Retina. 2007;27:414–418.
  4. Cheng JY, Luu CD, Yeo IY, Chee SP. The outer and inner retinal function in pa- tients with multiple evanescent white dot syndrome. Clin Experiment Ophthalmol. 2009;37:478–484.
  5. Sieving P, Fishman G, Jampol LM, Pugh D. Multiple evanescent white-dot syndrome. Electrophysiology of the photoreceptors during retinal pigment epithelial disease. Arch Ophthalmol. 1984;102:675–679.
  6. Feigl B, Haas A, El-Shabrawi Y. Multifocal ERG in multiple evanescent white dot syn- drome. Graefes Arch Clin Exp Ophthalmol. 2002;240: 615–621.
  7. Chen D, Martidis A, Baumal CR. Transient multifocal electroretinogram dys- function in multiple evanescent white dot syndrome. Ophthalmic Surg Lasers. 2002;33:246–249.
  8. Huang HJ, Yamazaki H, Kabawata H, Ninomiya T, Adachi-Usami E. Multifocal electroretinogram in multiple evanescent white dot syndrome. Doc Ophthalmol. 1997;92:301–309.
  9. Takeda N, Numata K, Yamamoto S, Katayama T, Kubota Y. Electrophysiologic findings in optic nerve dysfunction associated with multiple evanescent white dot syndrome. Doc Ophthalmol. 1992;79: 295–302.
  10. Deutman AF, Oosterhuis JA, Boen-Tan TN, Aan de Kerk AL. Acute posterior multi- focal placoid pigment epitheliopathy. Pigment epitheliopathy of choriocapillaritis? Br J Ophthalmol. 1972;56: 863–874.
  11. Hirose T, Katsumi O, Pruett RC, Sakaue H, Mehta M. Retinal function in birdshot retinochoroidopathy. Acta OphthalmolCopenh. 1991;69: 327–337.
  12. Sobrin L, Lam BL, Liu M, Feuer WJ, Davis JL. Electroretinographic monitoring in birdshot chorioretinopathy. Am J Ophthalmol. 2005;140: 52–64.
  13. Zacks DN, Samson CM, Loewenstein J, Foster CS. Electroretinograms as an indicator of disease activity in birdshot retinochoroidopathy. Graefes Arch Clin Exp Ophthal- mol. 2002;240:601–607.
  14. Daniel P, Whittridge D. The representation of the visual field on the cerebral cortex in monkeys. J Physiol. 1961;159:203–221.
  15. Chee SP, Luu CD, Cheng CL, Lim WK, Jap A. Visual function in Vogt-Koyanagi-Hara- da patients. Graefes Arch Clin Exp Ophthalmol. 2005;243:785–790.
  16. Yang P, Fang W, Wang L, Wen F, Wu W, Kijlstra A. Study of macular function by multifocal electroretinography in patients with Vogt-Koyanagi-Harada syndrome. Am J Ophthalmol. 2008;146:767–771.
  17. Anlar O, Akdeniz N, Tombul T, Calka O, Bilgili SG. Visual evoked potential find- ings in Behcet’s disease without neurological manifestations. Int J Neurosci. 2006;116:281–287.
  18. Asai H, Wakabayashi K, Segawa Y, Kawasaki K. Electro-ophthalmological analysis of Behcet’s disease. Nihon Ganka Gakkai Zasshi. 1989;93:1038–1043.
  19. Stübiger N, Besch D, Deuter CM, Zierhut M, Kötter I. Multifocal ERG changes in patients with ocular Behcet’s disease during therapy with interferon alpha 2a. Adv Exp Med Biol. 2003;528:529–532.
  20. Kötter I, Zierhut M, Eckstein AK, et al. Human recombinant interferon alfa-2a for the treatment of Behçet’s disease with sight threatening posterior or panuveitis. Br J Ophthalmol. 2003;87:423–431.
  21. Falkenstein I, Kozak I, Kayikcioglu O, et al. Assessment of retinal function in patients without infectious retinitis by multifocal electroretinogram and automated perime- try. Retina. 2006;26: 928–934.
  22. Moschos MM, Margetis I, Markopoulos I, Moschos MN. Optical coherence tomogra- phy and multifocal electroretinogram study in human immunodeficiency virus-pos- itive children without infectious retinitis. Clin Exp Optom. 2011;94:291–295.
  23. Ng JS. The time is now for visual electrophysiology [editorial]. Int J Ophthalmic Pathol. 2012;1:1.
  24. Moschos MM, Gouliopoulos N, Kalogeropoulos C. Electrophysiological examination in uveitis: a review of the literature. Clin Ophthalmol 2014;8:199-214.